Δεν πηγανε σπιτι ομως. Μιση ωρα αργοτερα παρκαριζε το αυτοκινητο σε μια παροδο της Ηπειρου λιγο πριν την οδο Πατησιων.
«Τι ηρθαμε να κανουμε εδω;» τον ρωτησε.
«Να δουμε τον Αντρεα» της αποκριθηκε. «Απο τοτε που εσπασε το ποδι του με το μηχανακι δεν τον εχω δει. 5 λεπτα και φευγουμε.»
Στην πραγματικοτητα ηθελε να τρεναρει λιγο ακομα τον οργασμο της. Ηξερε οτι οσο τον καθυστερουσε τοσο πιο δυνατο, βροντερο, σεισμογονικο παρον θα της εδινε οταν τελικα θα τον αφηνε να ξεχυθει απο μεσα της.
Πατησαν το κουδουνι αρκετες φορες ωσπου να τον ξυπνησουν και περιμεναν ακομα περισσοτερο ωσπου να τους ανοιξει την πορτα.
Ο Αντρεας μολις ειχε προλαβει να σκεπαστει με το σεντονι οταν μπηκαν στο διαμερισμα και εκλεισαν τη πορτα πισω τους.
Μετα τα συνιθισμενα, ‘πως απο δω’ και ‘τι κανεις’, ‘καλα’, του ειπαν για τις φασεις που εγινα στο κλαμπ.
«Δηλαδη; Δεν φορας τιποτα απο κατω;»τη ρωτησα ταχα σαν να μη το πιστευε.
‘Οχι. Κοιτα!» του λεει και με μιας σηκωνει την μινι οσο επαιρνε και κανει μια στροφη, να του δειξει τα προσοντα της!.
«Εισαι και η πρωτη» της ειπε. «Αλλα ισως θα ηταν καλλιτερα αν το ξυριζες τελειως»
«Δεν χρειαζεται ξυρισμα» του ειπε, «ειναι τοσο απαλο που ουτε καν γαργαλαει»
«Ε! Αυτο πια δεν το πιστευω» ειπε ο Αντρεας κλεινοντας το ματι στον Δαντη.
Η Τζενη κοιταξε για μια στιγμη τον Δαντη, σαν να ηθελε να παρει την συγκαταθεση του, ή να δει τις προθεσεις του.Της χαμογελασε σαν να της εδινε το ΟΚ.
Η Τξενη πλησιασε αργα το κρεββατι που ηταν μισοξαπλωμενος ο Αντρεας. Εβαλε το δεξι ποδι της στο κρεββατι και αργα-αργα ανασηκωσε τη φουστα της μεχρι την μεση της.
«Δες και μονος σου» του ειπε.
Αυτος χωρις δισταγμο απλωσε το χερι του και τοχωσε αναμεσα στα μπουτια της. ... Læs hele novellen