Αυτή λοιπόν μια κούκλα! Κάτι ματάκια μπλε -θλιμμένα μόνιμα- από την κακοπέραση και τις στενοχώριες. Ένα κορμάκι φίδι! Μπουτάκια τέλεια, κωλαράκι σφιχτό και τουρλωτό, βυζάκια κλπ κλπ. Εκείνος, μη τον δεις νύχτα, χάλι μαύρο. Μονίμως αξύριστος, τσακωμένος με το σαπούνι, μια «μπίχλα» σκέτη. Και τσαμπουκάς και πολύ «άντρας» μιλάμε, γαμάω και δέρνω κλπ.
Παρέα τώρα, έξω σε μπαράκι, ναααα κάτι μούτρα ο τύπος. Γιατί κοίταξες εκεί; Ποιος είναι αυτός να τον σκίσω; Και τέτοια καραγκιοζιλίκια. Η Νίνα (ψεύτικο), ένα όνειρο! Μέχρι που, όταν συζητάγαμε κάτι πιο κολλητοί «τέτοια γυναίκα θέλαμε για σύζυγο». Φυσικά ΑΓΑΜΗΤΗ η Νίνα διότι ο «άντρας» έπινε και γινόταν ντίρλα, δεν ήξερε που βρισκόταν.
Δε λέω, και εμείς πίνουμε αλλά το κρατάμε. Άμα δεν το κρατάς, πιες λεμονάδα ρε φίλε! Έτσι;
Μια μέρα λοιπόν είχαμε βγει παρέα. Καλαμπούρι, χαβαλές, διάφορα τέτοια… καλά περνάγαμε. Μου πετάει η Νίνα:
- Βρε Μήτσο, (ψεύτικο, αλλά μου αρέσει αυτό το όνομα) πρέπει να παντρευτείς. Τόσες καλές κοπέλες υπάρχουν.
Η γυναίκα το είπε φιλικά. Το ρίξαμε στην πλάκα… εκείνος «τα πήρε»! «τι σε νοιάζει εσένα κλπ»… Βρε κάτσε καλά, μη λες μαλακίες στο κορίτσι… το χαβά του ο τύπος.
Τα είχε τσούξει κιόλας αρκετά! Δεν καταλάβαινε τίποτα. Άρχισε να της τα σέρνει. Ότι και καλά τα έχεις με τον Μήτσο και σε γαμάει ο Μήτσος…
Πάγωσε η παρέα. Αγριεύει κι άλλο «πάμε έξω ρε μαλάκα» που να πάμε ρε κακομοίρη που αν σου ρίξω μια θα πάει χαμένη η μισή. Διαλύθηκε η παρέα. Άλλοι για σπίτι άλλοι για παρακάτω. Πάω με τον κολλητό μου για ένα ποτάκι να χαλαρώσουμε από την ένταση.
Φεύγοντας για σπίτι τι μου ‘ρθε να περάσω από το σπίτι της Νίνας. Βλέπ... Læs hele novellen