Με το που άκουσε η γυναικά μου ότι πουλούν αφίσες γύρισε προς τα πίσω καθίσματα και τους ζήτησε να της δείξουν μερικές από τις αφίσες που πουλούσαν. Γύρισα κι είδα την γυναίκα μου και κατάλαβα που πάει το πράγμα. Τους έτρωγε με τα μάτια της. Ήξερα την φαντασίωση της να πηδηχτεί μαύρο. Ήξερα πόση καύλα μας είχε δώσει αυτή η φαντασίωση και πόσο είχε χύσει με την ιδέα χώνοντας μέχρι την ρίζα το πλαστικό ομοίωμα του Lexington Steele. Γούσταρε κι ήταν φανερό ότι δεν λογάριαζε τίποτα. Ούτε εμένα, ούτε τον γάμο μας, ούτε την οικογένεια μας, ούτε κανένα. Το πάθος της την είχε κυριεύσει. Καθόταν άτσαλα, είχε σηκωθεί η φούστα της και τα μπούτια της φαινόταν μέχρι την ρίζα. Έσκυβε εμπρός και το πλούσιο στήθος ήταν έτοιμο να πεταχτεί έξω. Το μπούστο της ανεβοκατέβαινε κι έδειχνε την λαχτάρα της και το πάθος της. Το βλέμμα της ήταν στημένο προς αυτούς περίεργο, παράξενο κι αλλοπαρμένο πρόδιδε πως ήταν σ’ άλλη διάσταση. Ζούσε μέσα της στην διάσταση της φαντασίας της.
Ρύθμισα τον κεντρικό καθρέφτη έτσι ώστε να ελέγχω καλύτερα τους μαύρους και κυρίως κάτω από την μέσ... Læs hele novellen