Είναι 27 χρονών, μελαχρινός, ψηλός, γυμνασμένος και πρόσφατα αρραβωνιάστηκε. Παρόλο που μεγαλώσαμε μαζί τα τελευταία 3 4 χρόνια είχαμε χαθεί, αφού αυτός λόγω της δουλειάς του έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην επαρχιακή πόλη απ την οποία κατάγομαι, ενώ εγώ ήρθα στην Αθήνα για τις σπουδές μου. Τον πήρα τηλέφωνο και του εξήγησα περιληπτικά τα ζόρια που περνούσα, τονίζοντας ότι τον περίμενα πώς και πώς για να κουβεντιάσουμε κι από κοντά. Δεν είχα το κουράγιο να σηκωθώ απ το κρεβάτι μου για να τακτοποιήσω το σπίτι και να βάλω κάτι καλύτερο απ τη φόρμα και την μπλούζα που φορούσα. Μέχρι τις 10 που τελικά ήρθε είχα προλάβει να κάνω κεφάλι, έχοντας πιει σχεδόν μισό μπουκάλι βότκα.
Τον καλωσόρισα μ ένα φιλί στο μάγουλο και μια ζεστή αγκαλιά. Μπήκαμε μέσα και τον κράτησα ακόμα πιο σφιχτά, βάζοντας τα κλάματα στην αγκαλιά του. Ξάπλωσα στο κρεβάτι κι όση ώρα του εξιστορούσα όσα μου είχαν συμβεί εκείνος καθόταν στην άκρη και μου χάιδευε αμίλητος τα μαλλιά. Προσπάθησε να με παρηγορήσει αλλά δεν τα κατάφερε και σε λίγο άρχισα να κλαίω και πάλι. Έβγαλε τα παπούτσια του, ξάπλωσε στο πλάι μου και με πήρε αγκαλιά. Κόλλησα το κεφάλι μου στο λαιμό του κι έκλαιγα με αναφιλητά, ενώ εκείνος προσπαθούσε μάταια να με παρηγορήσει. Κάπου εκεί ανάμεσα στο κλάμα μου τον φίλησα ενστικτωδώς στο λαιμό. Τον κοίταξα στα μάτια και μου χαμογέλασε.
Με ξαναπήρε αγκαλιά και γεύτηκα με τη γλώσσα ... Læs hele novellen