Στην απέναντι πολυκατοικία (τέσσερα με πέντε μέτρα από την δικιά μου) ότι είχε μετακομίσει μία οικογένεια με δύο παιδιά πού από ότι έμαθα αργότερα ήταν κατασκήνωση. Η δε γυναίκα και μιλάμε για μια γυναίκα άλλο πράμα, σε στιλ νοικοκυράς αλλά καλοσχηματισμένη γύρω στα τριάντα, ένα και εβδομήντα περίπου ύψος, λεπτό και μακρύ κουτουπιέ, σφιχτές γάμπες, γεματούτσικα αλλά γυμνασμένα δεμένα μπούτια, μία σφαιρική τουρλωτή κολάρα, μέση στενή, τριγωνικές ανοιχτές πλάτες, γεμάτες βυζάρες, μέτριο καστανό σπαστό μαλλί με γλυκό προσωπάκι, μάτια καστανά και χειλάκια πεταχτά, τα πρωινά που ο άντρας της ήταν στη δουλειά να προσπαθεί να ταχτοποιήσει το σπίτι δηλαδή τραβιόταν με κουτιά καρέκλες και κρεβάτια.
Αρκετές φορές καθόμουν και τη χάζευα να κάνει τις δουλειές τις από τις ανοιχτές μπαλκονόπορτές της, πάντα με τα ίδια χαρακτηριστικά ρούχα αγγαρείας όπως θα λέγαμε δηλαδή παντόφλες, μία ανοιχτόχρωμη ψιλή βερμούδα τύπου λαστέξ πού καλοσχημάτιζε όλες τις τέλειες επίμαχες μεριές του κορμιού της όπου αγκάλιαζε και ποιο πάνω το μπλουζάκι εφαρμοστό, λεπτό, με βαθύ ντεκολτέ όπου και λίγο με τη βοήθεια του στηθόδεσμου τονιζόταν έντονα το πάνω μέρος του ιδρωμένου στήθους.
Για να μην μακρηγορώ βλέποντας ότι με έχει δει πολλές φορές να την παρατηρώ άρπαξα την ευκαιρία και προσφέρθηκα φωνάζοντάς της να την βοηθήσω στην προσπάθειάς της να μετακινήσει σπρώχνοντας κάποιο έπιπλο.
Με την συγκατάθεσή της βρέθηκα έξω από την εξώπορτά της, όπως ήμουνα με ένα στενό μπεζ σορτσάκι (αυτό η αλήθεια το έβαλα επίτηδες για να τονίζονται κάποια σημεία ιδιαίτερα) και μία πολύ μπόλικη κίτρινη κοντομάνικη μπλούζα.
Η Σοφία όπως την λέγανε από κον... Læs hele novellen