Ένιωσα μια έντονη δίψα και κατέβηκα στο ισόγειο για να πιω ένα ποτήρι νερό. Αφού ξεδίψασα τα χείλη μου το δροσερό νερό, άκουσα να χτυπάει το κουδούνι της πόρτας. Ποιος να είναι τέτοια ώρα σκέφτηκα. Πλησίασα την πόρτα και ρώτησα ποιος είναι. Δεν άκουγα καμία απάντηση. Άρχισα να ανησυχώ γιατί ήμουν τελείως μόνη μου στο σπίτι. Και η περιοχή που μένω δεν είναι και η πιο πολυπληθής. Ξαναφώναξα ποιος είναι και πάλι καμιά απόκριση. Εκείνη την στιγμή χτυπάει το κινητό και πετάγομαι από την ταραχή μου. Το σηκώνω και ήταν ο Νίκος
«Έλα αγάπη μου τι κάνεις?»
«Καλά είμαι μωρό μου. Βασικά τα έχω χρειαστεί γιατί κάποιος χτυπάει την πόρτα και δεν απαντάει στο ποιος είναι.»
«Εεεε άνοιξε να δεις»
«Νίκο τι λες? Δεν ανοίγω σε όποιον τρελό χτυπάει το κουδούνι»
«Εγώ πιστεύω ότι θα έπρεπε να ανοίξεις»
«Νίκο εσύ χτυπάς το κουδούνι? Θα σε βρίσω άσχημα αν είσαι εσύ.»
«Ποτέ δεν θα ,μάθεις αν δεν ανοίξεις»
Και ξαφνικά μου κλείνει το τηλέφωνο. Αποφασισμένη ότι είναι ο Νίκος ανοίγω και βλέπω ένα τεράστιο λούτρινο αρκούδο έξω από την πόρτα, αλλά κανείς ναι φαίνεται εκεί γύρω. Τον παίρνω μέσα και βλέπω ότι είχε ένα γράμμα επάνω. Ανοίγω τον φάκελο και διαβάζω
«Στην πιο όμορφη και μικρούλα γατούλα του κόσμου. Ένα δώρο για τις γιορτές που θα περάσουμε μαζί όλο πάθος και έρωτα»
Εκείνη την ώρα ξαναχτυπάει το κουδούνι. Αποφασισμένη ότι είνα... Læs hele novellen